Φρανς Ανατόλ
Ο Ανατόλ Φρανς (πραγματικό όνομα François Anatole Thibault, Παρίσι, 16 Απριλίου 1844 - 12 Οκτωβρίου 1924) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος και κριτικός (Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας 1921). Ο πατέρας του, Φρανσουά-Νοέλ Τιμπώ, ο οποίος είχε ελλιπή παιδεία, είχε φιλοδοξίες για τον γιο του και γι' αυτό τον έστειλε να σπουδάσει στο Κολλέγιο Στανισλάς, που προοριζόταν για αριστοκράτες και μεγαλοαστούς, το 1855. Στη διάρκεια των σπουδών του, ο νεαρός Ανατόλ έγινε δέκτης πολλών αρνητικών σχολίων κοινωνικού περιεχομένου και η πίκρα που του προκάλεσαν αυτά αντικατοπτρίστηκε αργότερα στα έργα του. Το αρνητικό αυτό κλίμα, σε συνδυασμό με την πίεση από την πλευρά του πατέρα του, ο οποίος φιλοδοξούσε ο γιος του να ανέβει κοινωνικά, φαίνεται πως οδήγησαν τον Ανατόλ Φρανς από τα δεκαπέντε του χρόνια (εμπνευσμένο ήδη από τη Γαλλική Eπανάσταση και τους κοινωνικούς αγώνες της εποχής του) στην άσκηση έντονης κριτικής και στη θρησκεία με αποτέλεσμα να περιληφθεί το 1922 στον κατάλογο των απαγορευμένων βιβλίων (Index Librorum Prohibitorum) του Βατικανού. Στη διαμόρφωση των πολιτικών του πεποιθήσεων επέδρασε έντονα και το βιβλιοπωλείο του πατέρα του, στο οποίο ο πατέρας Τιμπώ συγκέντρωνε φυλλάδια, εφημερίδες και γε- νικά ντοκουμέντα για τη Γαλλική Επανάσταση. Τελικά ο Ανατόλ Φρανς εγκατέλειψε το Κολλέγιο Στανισλάς το 1862. Από το 1867 άρχισε να δημοσιεύει ποιήματα σε φιλολογικά περιοδικά, εργάστηκε για τον βιβλιοπώλη Λεμέρ και έγινε δεκτός στον κύκλο των Παρνασσιστών ποιητών. Το 1881, έρχεται η πρώτη του μεγάλη επιτυχία, όταν εκδόθηκε το μυθιστόρημά του «Το έγκλημα του Σιλβέστρ Μπονάρ». Ακολούθησαν: «To οινομαγειρείο της βασίλισσας Πεντώκ», «Η εξέγερση των αγγέλων», «Θαΐς», «Οι θεοί διψούν», «Το νησί των πιγκουίνων» κ.ά. Μετά το 1900, τα περισσότερα έργα του Ανατόλ Φρανς εκφράζουν τους κοινωνικούς προβληματισμούς του. Το 1896, ο Ανατόλ Φρανς έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας Επιστημών. Στην τελευταία περίοδο της ζωής του είχε γίνει «πρέσβης» των γαλλικών γραμμάτων και είχε έρθει στην Ελλάδα (1898, 1901, 1907,1908) και το 1919 αναγορεύτηκε διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής.