Πώς ερμηνεύονται τα φαινομενικά «θετικά» του ανταγωνισμού μέσα στο πλαίσιο του βιβλίου και σε ποιους τομείς εμφανίζονται ως κυρίαρχες αντιλήψεις;

Στην κοινή συνείδηση, αλλά και μέσα στη ρητορική της αγοράς και της τεχνολογικής προόδου, ο ανταγωνισμός παρουσιάζεται συχνά ως κάτι θετικό. Θεωρείται πως κινητοποιεί την παραγωγικότητα, ενθαρρύνει την καινοτομία, προάγει την ατομική πρόοδο και βάζει τον πήχη ψηλά σε ό,τι κάνουμε. Αυτή η αντίληψη είναι διάχυτη: την βλέπουμε στην οικονομία, στην εκπαίδευση, στον αθλητισμό, στην πολιτική, την κοινωνική και προσωπική μας ζωή – παντού, όπου το να ξεπεράσουμε τον άλλον ή τους άλλους, θεωρείται αυτονόητο.

Όμως στο βιβλίο μου υποστηρίζω ότι όλα αυτά δεν είναι παρά ψευδαισθήσεις. Είναι κατασκευασμένα επιχειρήματα ενός συστήματος που βασίζεται στην πίεση, στον αποκλεισμό και στην εξουθένωση. Η λεγόμενη πρόοδος που φέρνει ο ανταγωνισμός δεν βασίζεται στη συλλογική ωφέλεια, ούτε στην εσωτερική άνθιση του ανθρώπου, αλλά στην επιβολή των πιο προνομιούχων και στην απόρριψη των πιο ευάλωτων.

Γι’ αυτό και θέτω μια πολύ απλή αλλά ουσιαστική ερώτηση: Πρόοδος σε τι; Και για ποιον; Αν το τίμημα της προόδου είναι το άγχος, η ψυχική φθορά, οι κοινωνικές ανισότητες και η περιβαλλοντική καταστροφή, τότε δεν μιλάμε για πρόοδο – αλλά για επιμελώς στολισμένη παρακμή.

Επομένως, εκείνα τα «θετικά» που αποδίδονται στον ανταγωνισμό δεν είναι αθώα. Είναι κοινωνικές φαντασιώσεις που νομιμοποιούν την αδικία και τη βία ενός συστήματος που έχει πάψει να βλέπει τον άνθρωπο ως σκοπό και τον μεταχειρίζεται πια απλώς ως εργαλείο.

Συνεπώς, για μένα δεν υπάρχουν αληθινά «θετικά» στον ανταγωνισμό. Υπάρχουν μόνο αφηγήματα που μας έχουν επιβληθεί, με σκοπό να μας πείσουν ότι ο κόσμος δεν μπορεί να λειτουργήσει αλλιώς. Και αυτή η πίστη, όσο διατηρείται, μας εμποδίζει να φανταστούμε κάτι βαθύτερο, πιο δίκαιο και πιο ανθρώπινο.

 

Ποιες είναι οι ενστάσεις ή οι επιφυλάξεις που εκφράζει το βιβλίο σχετικά με το κόστος του ανταγωνισμού για τον άνθρωπο και το περιβάλλον;

Το βιβλίο μου εστιάζει στο να δείξει ότι ο ανταγωνισμός – όσο κι αν παρουσιάζεται ως «φυσικός» ή «αναγκαίος» – είναι στην πραγματικότητα μια πολιτισμική κατασκευή που έχει υπονομεύσει βαθιά τόσο την ανθρώπινη υπόσταση όσο και την ισορροπία του πλανήτη.

Από την πλευρά του ανθρώπου, οι συνέπειες είναι πρώτα και κύρια ψυχικές και υπαρξιακές. Ο ανταγωνισμός παράγει ανθρώπους που ζουν υπό διαρκή πίεση να αποδείξουν την αξία τους μέσω της σύγκρισης με τους άλλους. Αυτό γεννά άγχος, εσωτερικό κενό, μοναξιά, αλλά και απώλεια νοήματος στη ζωή – διότι όταν ζεις για να ξεπεράσεις κάποιον, παύεις να ζεις για τον εαυτό σου. Ο άνθρωπος μετατρέπεται σε εξάρτημα μιας μηχανής μέτρησης, κι όχι σε φορέα εσωτερικής αλήθειας, δημιουργικότητας και ψυχικής ελευθερίας.

Σε κοινωνικό επίπεδο, ο ανταγωνισμός διαβρώνει την αλληλεγγύη. Μας εκπαιδεύει να βλέπουμε τον άλλον όχι ως συνοδοιπόρο ή συνεργάτη στη ζωή, αλλά ως αντίπαλο, εμπόδιο, απειλή. Κι αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε κοινωνική ανισότητα, ηθική απονέκρωση και σε μια κοινωνία που παύει να έχει πρόσωπο – έχει μόνο αριθμούς και επιδόσεις.

Και φυσικά, το περιβάλλον πληρώνει το τίμημα. Ο ανταγωνισμός στην οικονομία οδηγεί σε αχόρταγη κατανάλωση, σε εξάντληση των φυσικών πόρων, σε συστηματική βία κατά της φύσης. Η Γη αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο εκμετάλλευσης, όχι ως ζωντανή Μητέρα. Η οικολογική κρίση δεν είναι τυχαίο φαινόμενο· είναι συστημικό σύμπτωμα μιας κουλτούρας που επιδιώκει να επικρατεί, όχι να συνυπάρχει.

Θα το πω καθαρά: ο ανταγωνισμός σκοτώνει. Σκοτώνει την εμπιστοσύνη, την ενσυναίσθηση, την ψυχική γαλήνη, τη βιωσιμότητα του κόσμου. Είναι ένας πολιτισμικός ιός που μας έχει μάθει να ζούμε σε διαρκή πόλεμο, αντί για αρμονική συνύπαρξη.

Το βιβλίο μου δεν είναι μια θεωρητική απόρριψη του ανταγωνισμού, είναι μια πρόταση να επαναθεμελιώσουμε την ανθρώπινη κοινωνία με βάση άλλες αξίες: τη συνεργασία, τη φροντίδα, τον αλληλοσεβασμό και το κοινό όραμα για έναν κόσμο που αξίζει να ζει κανείς.

 

Υπάρχει εναλλακτικό μοντέλο ανάπτυξης;

Ναι, υπάρχει εναλλακτικό μοντέλο ανάπτυξης – και οφείλουμε, πλέον, να το σχεδιάσουμε με επίγνωση, ευθύνη και συλλογικότητα.

Αυτό το μοντέλο δεν στηρίζεται στον ανταγωνισμό αλλά:

    Στη συνεργασία, όπου η πρόοδος του ενός τροφοδοτεί την πρόοδο όλων.

·            Στην κοινωνική και οικολογική ευθύνη, που βάζει φραγμούς στην άπληστη ανάπτυξη.

·            Στην άμιλλα, όχι ως μάχη, αλλά ως έμπνευση και αλληλοανύψωση.

·            Στην αυτάρκεια και τη βιωσιμότητα, όχι στον υπερκαταναλωτισμό και την εξάντληση.

·            Στην παιδεία της σχέσης και όχι της επικράτησης, όπου τα παιδιά μαθαίνουν να συνδημιουργούν και όχι να ανταγωνίζονται.

Πιστεύω ότι το εναλλακτικό αυτό μοντέλο δεν είναι ουτοπία – είναι ηθική αναγκαιότητα και μια πολιτισμική πρόκληση που δεν μπορούμε πλέον να αγνοούμε. Δεν είναι μια μακρινή υπόθεση, αλλά κάτι που μπορεί να ξεκινήσει τώρα, από τον τρόπο που ζούμε, που σκεφτόμαστε, που διδάσκουμε, που επιχειρούμε.

Το βιβλίο μου είναι ένα κάλεσμα προς αυτή την κατεύθυνση. Όχι απλώς να πούμε «όχι» στον ανταγωνισμό, αλλά να ονειρευτούμε και να οικοδομήσουμε έναν κόσμο όπου η πρόοδος δεν θα έχει θύματα.